Τσιπίδος

7 μέρες αγώνα, αξιοπρέπειας και ελπίδας. 365 μέρες ήττας, απογοήτευσης και ανασυγκρότησης



Του Νίκου Δασκαλάκη

Ένας χρόνος μετά· ένας χρόνος μετά τον μεγαλύτερο αγώνα που έδωσε η γενιά μας για αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη και ελπίδα. Ένας χρόνος μετά τη μεγαλύτερη αμφισβήτηση προς το διεθνές οικονομικό κατεστημένο, που τόσο λυσσαλέα προσπάθησε να μας επαναφέρει στην τάξη, να μας πείσει ότι το καλύτερο για εμάς είναι να κάτσουμε στα αβγά μας και να αποδεχθούμε την ήττα, την επισφάλεια και την ταπείνωση. Η απάντηση όμως ήταν μία και μοναδική και εκφράστηκε σαν μια κραυγή πολλών ντεσιμπέλ κρύβοντας καταπίεση και εξευτελισμό χρόνων. Όχι ρε κουφάλες θα ζήσουμε! «Όχι» για τη γενιά μας, για τον διπλανό μας, για τους παππούδες μας, για την ιστορία μας. «Όχι» ρε μαλάκες γιατί θέλουμε να ζήσουμε αλλιώς, θέλουμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια και ελπίδα.

Κάποιος θα έλεγε ότι όλα όσα έζησε η γενιά μας εκείνες τις μέρες ήταν κάτι εντελώς απρόσμενο που δεν μπορούσαμε ποτέ να πιστέψουμε ότι θα ζήσουμε. Ναι, γράψαμε ιστορία αλλά το κουβάρι ξετυλίγεται από πολύ νωρίτερα. Αν τα βάλουμε κάτω, θα δούμε ότι είμαστε η γενιά που γαλουχήθηκε μέσα σε συλλογικές διαδικασίες, κινήματα και μια συνεχή προσπάθεια να αμφισβητήσουμε τη «σούπα» που μας πρόσφερε το σύστημα για να ζήσουμε με λιγότερα, χωρίς εργασιακά δικαιώματα, χωρίς πτυχίο με κατοχυρώσεις, με επισφάλεια και μπλοκάκια, χωρίς δημόσιους χώρους και σε πλήρη υποταγή. Μας μάθατε λοιπόν κερατάδες να σας βάζουμε απέναντι μας. Σαν μαθητές με τις καταλήψεις για τον Αρσένη, στα αντιπολεμικά, μέσα στα πανεπιστήμια ενάντια στο νόμο πλαίσιο και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, το Δεκέμβρη του 2008 απέναντι στην καταστολή και στον αυταρχισμό και στις πλατείες ενάντια στα μνημόνια. Ανεξάρτητα από το αν κερδίσαμε ή χάσαμε μας μάθατε ένα και μόνο πράγμα, να σας αντιμετωπίζουμε. Έτσι λοιπόν τον Ιούλιο του 2015 δεν κωλώσαμε και για άλλη μια φορά βγήκε από μέσα μας ο μαθητής, ο φοιτητής, ο εξεγερμένος, ο επισφαλής εργαζόμενος, ο συλλογικός άνθρωπος και σας είπαμε ένα μεγάλο όχι. Ένα ΟΧΙ που η νεολαία και η γενιά μας έδωσε σε ποσοστό μεγαλύτερο του 80%.

Εκείνες οι μέρες ήταν πραγματικά μαγικές και περίεργες. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να μας τρομοκρατήσουν, με λύσσα, με οργή και μένος. Δεν περίμεναν ποτέ οι κουφάλες ότι θα σκεφτόμασταν να απεγκλωβιστούμε από τη μιζέρια και όταν το μυαλό μας έπεσε σε πειρασμό ελευθερίας τρελάθηκαν. Το μήνυμα στις τηλεοράσεις και στους χώρους εργασίας ήταν ένα και μοναδικό. Μην τολμήσετε καν! Απειλούσαν, τρομοκρατούσαν, έκλειναν επιχειρήσεις, το ευρωπαϊκό και τοπικό καθεστώς μας απειλούσε με κάθε τρόπο ότι ένα ΟΧΙ θα ήταν καταστροφικό και ότι θα αφανιστούμε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα αφεντικά να μας κόβουν τις άδειες, να μας υποχρεώνουν να πηγαίνουμε στις συγκεντρώσεις της διαπλοκής και του κεφαλαίου για το ΝΑΙ, να μας λένε ότι δεν έχουμε θέση στην εταιρεία τους αν δεν πούμε ΝΑΙ στον εξευτελισμό, να μας καλούν κατ’ ιδίαν στο γραφείο τους και να μας ρωτάνε τι θα ψηφίσουμε καταστρατηγώντας οποιαδήποτε έννοια δημοκρατίας και εργασιακής αξιοπρέπειας.

Είχαμε όντως φοβηθεί ότι η τρομοκρατία θα νικήσει και ότι θα λακίσουμε. Παίζαμε το στοίχημα της γενιάς μας και αν το χάναμε θα έσβηνε η ελπίδα μας για μια καλύτερη ζωή. Η πίεση ήταν μεγάλη, προπαγανδίζαμε με όλη μας τη δύναμη το ΟΧΙ, συζητούσαμε με τον κόσμο και του λέγαμε να μην φοβάται, παρεμβαίναμε στους χώρους εργασίας μας με ότι αυτό σήμαινε για το εργασιακό μας μέλλον. Μετά ήρθε η Παρασκευή. Η μεγάλη συγκέντρωση του ΟΧΙ στο Σύνταγμα ήταν για εμένα και ίσως και για πολλούς άλλους, που παλέψαμε για το ΟΧΙ, η πιο δυνατή στιγμή της ζωής μας. Ένα ετερόκλητο πλήθος ήταν εκεί μαζικά και περήφανο για ένα και μόνο λόγο. Για να αμφισβητήσει τη τρομοκρατία. Έβλεπες αριστερούς, νοικοκύρηδες, συνταξιούχους, εργάτες, Γαύρους και Βάζελους αγκαλιασμένους για ένα και μόνο σκοπό. Όπως λέει και το ποίημα «Πικρία» του Καββαδία «απόψε που αγκαλιάστηκαν Εβραίοι και Μουσουλμάνοι και ταξίδεψαν στον Πόντο τα νησιά τα Κανάρια».

Το άγχος όλων αυτών των ημερών ήταν τέτοιο που βλέποντας τέτοιο παλμό και κόσμο πολλοί σπάσαμε. Θυμάμαι όταν τραγούδησαν Θεοδωράκη, χιλιάδες εικόνες πέρασαν από μπροστά μου. Ιστορίες του παππού μου από την εξορία, του πατέρα μου από το Πολυτεχνείο, οι ιστορίες οι δικές μας που γράψαμε με τους συντρόφους μου στα αμφιθέατρα και στους δρόμους καθώς και η ιστορία που γράφαμε εκείνες τις στιγμές. Βρεθήκαμε με φίλους και συντρόφους και αγκαλιαζόμασταν χύνοντας δάκρυα χαράς και ελπίδας.

Ήρθε η Κυριακή και όσοι συμμετείχαμε στην εκλογική διαδικασία βλέπαμε τον κόσμο να χαμογελά και ελπίζαμε ότι οριακά θα κερδίζαμε. Είδαμε όμως ένα αποτέλεσμα απρόσμενο. Ο λαός είχε κάνει ένα βήμα προς τα μπρος. Ένα βήμα που δεν ήξερε πως θα καταλήξει αλλά το έκανε. Η ψήφος ήταν ταξική και ανέδειξε ο φόβος είχε αλλάξει στρατόπεδο. Βγάλαμε λοιπόν τη γλώσσα μας σε όλους τους τρομοκράτες της ζωής μας και είπαμε ΟΧΙ στον φόβο!

Δεν καταφέραμε όμως να το χαρούμε. Ο Πρωθυπουργός αυτοαναιρέθηκε και κάλεσε σε συμβούλιο πολιτικών αρχηγών. Όλοι όσοι είμασταν οργανωμένοι ξέραμε ότι αυτό σήμαινε αναδίπλωση, σήμαινε συμβιβασμό. Δεν μας άφησε ο μπάσταρδος και το απομονωμένο συνάφι του να το χαρούμε. Ξέρουμε όλοι τι ακολούθησε και το ένα έφερε το άλλο. Ήττα, απογοήτευση, διάσπαση, αποστράτευση, κατάθλιψη και επαναφορά στους χώρους εργασίας μας με το κεφάλι σκυφτό. Η μεγαλύτερη απογοήτευση ήταν όταν τα αφεντικά σε έβλεπαν και γεμάτοι ηρεμία και σαρκασμό γελούσαν. Το βλέμμα τους έλεγε ένα και μόνο πράγμα. Ότι και να κάνατε στο τέλος κερδίσαμε εμείς. Ότι και να κάνατε θα συνεχίσουμε να σας πηδάμε.
Μετά ήρθε το δεύτερο σοκ των εκλογών που η αριστερά έμεινε εκτός βουλής. Ψηφίσανε ρε συ τον Λεβέντη και άφησαν εκτός βουλής τον Γλέζο. Η αποχή μεγάλη και ο κόσμος σαστισμένος. Ο αριστερός κόσμος αρνήθηκε μαζικά να πάει στην κάλπη και κλείστηκε στο σπίτι του μην μπορώντας να διαχειριστεί την ήττα και το στοίχημα που έπαιξε με τη ζωή του. Πολλοί σύντροφοι χαθήκαμε και ιδιωτεύσαμε, επικεντρωθήκαμε στη δουλειά μας και δεν μπορούσαμε να διαχειριστούμε την κατάσταση. Είχαν κερδίσει..

Ο καιρός πέρασε και φτάσαμε ένα χρόνο μετά. Ένα χρόνο μετά τη μεγάλη μάχη. Πρέπει λοιπόν τώρα που έχουμε κάπως ηρεμήσει και έχουμε βρει τα πατήματα μας να επαναπροσδιορίσουμε τη στάση μας. Η ενσωμάτωση της ήττας είναι αυτό που θέλουν. Έχουν τελικά μια κυβέρνηση που περνά αυτά ακριβώς που θέλουν χωρίς αντιστάσεις, έχουν γελοιοποιήσει και απαξιώσει την αριστερά και τους ιστορικούς της αγώνες, έχουν απαξιώσει στο μυαλό της κοινωνίας την εναλλακτική και παράλληλα έχουν εμάς να έχουμε κλειστεί σε τρύπες.

Ήρθε λοιπόν η ώρα ένα χρόνο μετά να τα βάλουμε όλα κάτω. Η αριστερά μας όπως και εμείς ηττήθηκε αλλά όπως και μετά την πτώση του τοίχους του Βερολίνου και της ΕΣΣΔ πρέπει να είμαστε στην ίδια όχθη με αυτούς που λένε ότι «δεν ήρθε το τέλος της ιστορίας». Όλοι θα θυμόμαστε αυτή τη μέρα του δημοψηφίσματος. Δεν ξέρω αν πρέπει να την κάνουμε επέτειο, μιας και ο λαός την καταχώνιασε στα σεντούκια του, αυτό όμως που πρέπει να κάνουμε είναι ένα και μόνο. Απέναντι στη συνέχιση του εξευτελισμού της ζωής μας να βρούμε ξανά το κουράγιο μας και να τα ξεκινήσουμε όλα πάλι από την αρχή. Τίποτα δεν τελειώνει, κανείς αγώνας δεν είναι χαμένος και όσο υπάρχει καταπίεση, ο ρόλος μας ως αριστεροί είναι να ξανασταθούμε στα πόδια μας, να ξαναφάμε τα μούτρα μας, να ξαναηττηθούμε και να κρατήσουμε μια και μόνο φράση από το περσινό δημοψήφισμα την οποία θα πρέπει να την έχουμε πάντα στο μυαλό μας, να την κοινωνούμε και να την φωνάζουμε με όλη μας τη δύναμη.

Κουφάλες θα ζήσουμε!

πηγή.../www.brigada.gr/